εκ βάθρων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἐκ βάθρων

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εκ βάθρων < → δείτε τις λέξεις εκ και βάθρων. Η έκφραση απαντά ήδη στον Ευριπίδη. → δείτε την έκφραση: ἐκ βάθρων

Έκφραση[επεξεργασία]

εκ βάθρων

  1. (κυριολεκτικά) από τα θεμέλια
    Το ίδρυμα χτίστηκε εκ βάθρων με δωρεές πολιτών.
  2. (λόγιο, μεταφορικά) ριζικά, εκ θεμελίων, εντελώς, ολοκληρωτικά

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]