ελευθεροτέκτονας
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ελευθεροτέκτονας < αγγλική freemasson
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ελευθεροτέκτονας αρσενικό