ελεφαντάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ελεφαντάκι τα ελεφαντάκια
      γενική
    αιτιατική το ελεφαντάκι τα ελεφαντάκια
     κλητική ελεφαντάκι ελεφαντάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
ελέφαντας και ελεφαντάκι

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ελεφαντάκι < ελέφαντας + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ελεφαντάκι ουδέτερο

  1. μικρός ελέφαντας
  2. το μικρό του ελέφαντα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]