ελλειπτική πρόταση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ελλειπτική πρόταση < → δείτε τις λέξεις ελλειπτική και πρόταση

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

ελλειπτική πρόταση θηλυκό

  • (γραμματική): η πρόταση στην οποία ένα από τα κύρια στοιχεία της (υποκείμενο ή κατηγόρημα) παραλείπεται, που υπονοείται από τα συμφραζόμενα.

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]