ενασκούμαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
ενασκούμαι
- παθητική φωνή του ρήματος ενασκώ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ενασκούμαι
|
Δείτε επίσης : εξασκούμαι, ασκούμαι |
ενασκούμαι
|