ενδιάμεση μνήμη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ενδιάμεση μνήμη < → δείτε τις λέξεις ενδιάμεσος και μνήμη
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ενδιάμεση μνήμη
- (πληροφορική) ενταμιευτής (buffer). Συνώνυμο: προσωρινή μνήμη
- Δείτε επίσης: Προσωρινή μνήμη (υπολογιστές) στην Βικιπαίδεια