ενδοαγροτικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενδοαγροτικός
- που γίνεται ή συμβαίνει μέσα / ανάμεσα στον κλάδο των αγροτών
- Ως παρενέργεια της όξυνσης του προβλήματος της λειψυδρίας, εμφανίζεται η ανάπτυξη τοπικών και ενδοαγροτικών αντιπαραθέσεων για τη διαχείριση του διαθέσιμου νερού. (*)
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ενδοαγροτικός
|