ενδοαστρικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενδοαστρικός (en) αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο
(φυσική), (αστροφυσική)
- που συμβαίνει μέσα σε αστέρα