εξημερωμένο
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής
[επεξεργασία]εξημερωμένο
- αιτιατική ενικού του εξημερωμένος
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, ουδέτερου γένους του εξημερωμένος
εξημερωμένο