εξισορροπητικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εξισορροπητικά < εξισορροπητικός + -ά
Επίρρημα[επεξεργασία]
εξισορροπητικά
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εξισορροπητικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
εξισορροπητικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εξισορροπητικό