εξωκυττάριος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο εξωκυττάριος η εξωκυττάρια το εξωκυττάριο
      γενική του εξωκυττάριου της εξωκυττάριας του εξωκυττάριου
    αιτιατική τον εξωκυττάριο την εξωκυττάρια το εξωκυττάριο
     κλητική εξωκυττάριε εξωκυττάρια εξωκυττάριο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι εξωκυττάριοι οι εξωκυττάριες τα εξωκυττάρια
      γενική των εξωκυττάριων των εξωκυττάριων των εξωκυττάριων
    αιτιατική τους εξωκυττάριους τις εξωκυττάριες τα εξωκυττάρια
     κλητική εξωκυττάριοι εξωκυττάριες εξωκυττάρια
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «θαυμάσιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εξωκυττάριος < εξω- + κύτταρο + -ιος

Επίθετο[επεξεργασία]

εξωκυττάριος, -α, -ο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]