επαγωγή
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | επαγωγή | οι | επαγωγές |
γενική | της | επαγωγής | των | επαγωγών |
αιτιατική | την | επαγωγή | τις | επαγωγές |
κλητική | επαγωγή | επαγωγές | ||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- επαγωγή < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἐπαγωγή < ἐπάγω (επάγω)
- για τη νομική σημασία < κατά την αρχαία φράση ἐπάγομαι μαρτύρια (φέρνω μαρτυρία)
- για τη σημασία στη φυσική < σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική induction [1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /e.pa.ɣoˈʝi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐πα‐γω‐γή
- ομόηχο: επαγωγοί
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]επαγωγή θηλυκό [2]
- (λογική) νοητική λειτουργία που ξεκινάει από το μερικό, το ειδικό και καταλήγει στο γενικός
- (νομικός όρος) λήψη του αποτελέσματος μιας δικαστικής ενέργειας μέσω συμμετοχής σε αυτήν
- ⮡ επαγωγή κληρονομίας
- (μαθηματικά) συμπέρασμα από ειδικότερες περιπτώσεις για γενικότερη
- ⮡ μαθηματική επαγωγή, τέλεια επαγωγή
- (φυσική) πρόκληση ηλεκτρικού ή μαγνητικού φαινομένου από ηλεκτρικό ή μαγνητικό φαινόμενο
- ⮡ Υπάρχουν τρία είδη επαγωγής: η ηλεκτρική επαγωγή, η μαγνητική επαγωγή και η ηλεκτρομαγνητική επαγωγή.
- (βιολογία) έκφραση γονιδίου με απουσία καταστολέα ή παρουσία επαγωγέα (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
- (βιολογία) (συνεκδοχικά) πρόκληση βιολογικού φαινομένου εξ αιτίας κάποιας επαγωγής
- επαγωγή καρκίνου
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]παράγωγα και σύνθετα
- αυτεπαγωγή
- επαγωγέας
- επαγώγιμος
- επαγωγικά (επίρρημα)
- επαγωγικός
- επαγωγικώς (επίρρημα)
- επαγωγός
- συνεπαγωγή
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ επαγωγή - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ επαγωγή - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Ομόηχα (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λογική (νέα ελληνικά)
- Νομικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Μαθηματικά (νέα ελληνικά)
- Φυσική (νέα ελληνικά)
- Βιολογία (νέα ελληνικά)
- Σελίδες για τεκμηρίωση
- Λέξεις με πρόθημα επ- (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)