επανέναρξη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η επανέναρξη οι επανενάρξεις
      γενική της επανέναρξης των επανενάρξεων
    αιτιατική την επανέναρξη τις επανενάρξεις
     κλητική επανέναρξη επανενάρξεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

επανέναρξη < επαν- + έναρξη

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /e.paˈne.naɾ.ksi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ε‐πα‐νέ‐ναρ‐ξη

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

επανέναρξη θηλυκό

  • (νεολογισμός) η εκ νέου έναρξη
    ※  Έπειτα από μια περίοδο τουρκικών προκλήσεων και παραβιάσεων και μετά τη σύνοδο κορυφής της ΕΕ τον Δεκέμβριο όπου επισημάνθηκε η «ανάγκη συνεχούς αποκλιμάκωσης ώστε να καταστεί δυνατή η ταχεία επανέναρξη και η ομαλή συνέχιση των άμεσων διερευνητικών συνομιλιών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας», στις 11 Ιανουαρίου η τουρκική πλευρά, ως οικοδέσποινα, πρότεινε την 25η Ιανουαρίου ως ημερομηνία διεξαγωγής τους, κάτι που αποδέχθηκε η Ελλάδα. (Επανέναρξη των διερευνητικών με την Τουρκία – Οι θέσεις της Ελλάδας, Η Καθημερινή, 25 Ιανουαρίου 2021)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr