Μετάβαση στο περιεχόμενο

επανακτώ

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
επανακτώ < επί + ανακτώ

επανακτώ

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]