επιδημητικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
επιδημητικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του επιδημητικό
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
επιδημητικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- πουλιά (ή ψάρια) που δεν μεταναστεύουν σε θερμότερους τόπους, για να περάσουν το χειμώνα