επιδιδυμίδα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η επιδιδυμίδα οι επιδιδυμίδες
      γενική της επιδιδυμίδας των επιδιδυμίδων
    αιτιατική την επιδιδυμίδα τις επιδιδυμίδες
     κλητική επιδιδυμίδα επιδιδυμίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

επιδιδυμίδα < ελληνιστική κοινή ἐπιδιδυμίς

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

επιδιδυμίδα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]