επιζήτητος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο επιζήτητος η επιζήτητη το επιζήτητο
      γενική του επιζήτητου της επιζήτητης του επιζήτητου
    αιτιατική τον επιζήτητο την επιζήτητη το επιζήτητο
     κλητική επιζήτητε επιζήτητη επιζήτητο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι επιζήτητοι οι επιζήτητες τα επιζήτητα
      γενική των επιζήτητων των επιζήτητων των επιζήτητων
    αιτιατική τους επιζήτητους τις επιζήτητες τα επιζήτητα
     κλητική επιζήτητοι επιζήτητες επιζήτητα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

επιζήτητος < επιζητώ + -τος

Επίθετο[επεξεργασία]

επιζήτητος

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]