επικασσιτερώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

επικασσιτερώνω < επι- + κασσιτερώνω < (ελληνιστική κοινήκασσιτερόω / κασσιτερῶ

Ρήμα[επεξεργασία]

επικασσιτερώνω (παθητική φωνή: επικασσιτερώνομαι)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]