επιλέγομαι
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]επιλέγομαι, πρτ.: επιλεγόμουν, στ.μέλλ.: θα επιλεχθώ/επιλεχτώ/επιλεγώ, αόρ.: επιλέχθηκα/επιλέχτηκα/επελέγην, μτχ.π.π.: επιλεγμένος
- παθητική φωνή του ρήματος επιλέγω