Μετάβαση στο περιεχόμενο

επιλύσεις

Από Βικιλεξικό

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

επιλύσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος επιλύω
  2. θα επιλύσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος επιλύω

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

επιλύσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του επίλυση