επιμίσθιο
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]επιμίσθιο ουδέτερο
- ποσό που προστίθεται στο μισθό ενός υπαλλήλου
- οι εκαιδευτικοί ζητούν για τις εκδρομές επιμίσθιο εκτός έδρας
- ειδική αποζημίωση που λαμβάνουν οι εκπαιδευτικοί που είναι αποσπασμένοι στο εξωτερικό σε ελληνικά σχολεία
- Το υπουργείο Παιδείας καθορίζει το ύψος του ποσού του επιμισθίου που διαφέρει από κράτος σε κράτος