επιχάλκωσης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
επιχάλκωσης θηλυκό
- γενική ενικού του επιχάλκωση
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- επιχαλκώσεως (λόγιο)
επιχάλκωσης θηλυκό