ερυθρόλαιμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ερυθρόλαιμος η ερυθρόλαιμη το ερυθρόλαιμο
      γενική του ερυθρόλαιμου της ερυθρόλαιμης του ερυθρόλαιμου
    αιτιατική τον ερυθρόλαιμο την ερυθρόλαιμη το ερυθρόλαιμο
     κλητική ερυθρόλαιμε ερυθρόλαιμη ερυθρόλαιμο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ερυθρόλαιμοι οι ερυθρόλαιμες τα ερυθρόλαιμα
      γενική των ερυθρόλαιμων των ερυθρόλαιμων των ερυθρόλαιμων
    αιτιατική τους ερυθρόλαιμους τις ερυθρόλαιμες τα ερυθρόλαιμα
     κλητική ερυθρόλαιμοι ερυθρόλαιμες ερυθρόλαιμα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ερυθρόλαιμος < ερυθρός + -ο- + λαιμός

Επίθετο[επεξεργασία]

ερυθρόλαιμος, -η, -ο

  • που έχει ερυθρό λαιμό
    Τον τίτλο του πιο «ηλίθιου πουλιού στον κόσμο» κερδίζει επάξια ο ερυθρόλαιμος φαλαρόποδας, ένα πουλί στην Βρετανία που, αντί να ξεχειμωνιάσει στην Αραβική Θάλασσα, αυτός ακολουθεί μια απίστευτα τεράστια διαδρομή... (*)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]