εσθήτα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | εσθήτα | οι | εσθήτες |
γενική | της | εσθήτας | των | εσθήτων |
αιτιατική | την | εσθήτα | τις | εσθήτες |
κλητική | εσθήτα | εσθήτες | ||
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εσθήτα < αρχαία ελληνική ἐσθής
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
εσθήτα θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εσθήτα
|