ετεροκοινωνικότητα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ετεροκοινωνικότητα οι ετεροκοινωνικότητες
      γενική της ετεροκοινωνικότητας των ετεροκοινωνικοτήτων
    αιτιατική την ετεροκοινωνικότητα τις ετεροκοινωνικότητες
     κλητική ετεροκοινωνικότητα ετεροκοινωνικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ετεροκοινωνικότητα < ετερο- + κοινωνικότητα, λόγιο ενδογενές δάνειο: (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική heterosociality(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ετεροκοινωνικότητα θηλυκό

  • οι κοινωνικές σχέσεις μεταξύ μελών διαφορετικού φύλου

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

για ερωτικές σχέσεις:

Μεταφράσεις[επεξεργασία]