ετεροπολικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ετεροπολικός < έτερος + -ο- + πολικός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική heteropolar)
Επίθετο[επεξεργασία]
ετεροπολικός, -ή, -ό
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ετεροπολικός