ευθυκρισία
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ευθυκρισία (μαρτυρείται από το 1825)[1] < ευθυ- + κρίσ(η) +-ία κατά την (ελληνιστική κοινή) δικαιοκρισία[2]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /e.fθi.kɾiˈsi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ευ‐θυ‐κρι‐σί‐α
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ευθυκρισία θηλυκό
- (λόγιο) η σωστή κρίση και σκέψη καθώς και η δυνατότητα για κάτι τέτοιο
- ※ Η ευθυκρισία, ενώ αναφέρεται στην έλλογη σκέψη, την υπερβαίνει, ενσωματώνοντας στοιχεία διαίσθησης, συναισθηματικής κατανόησης και ηθικού προσανατολισμού. Η ευθυκρισία είναι ιδιαιτέρως σημαντικό γνώρισμα της καλής ηγεσίας, στο μέτρο που ο ηγέτης χειρίζεται προβλήματα υψηλής αβεβαιότητας, με μακροχρόνιες επιπτώσεις. Η αριστοτελική προοπτική προσφέρει πολύτιμα εργαλεία κατανόησης του ρόλου της ευθυκρισίας στην άσκηση της ηγεσίας.
- Πρώτη διάλεξη 2ου κύκλου ΛΟΓΟ-ΔΗΜΙΑ: «Ηγεσία και η τέχνη της ευθυκρισίας: Μαθήματα από τον Αριστοτέλη» (13/10/2021), @academyofathens.gr
- ※ Μπορεί λοιπόν να αμφισβητηθεί σε ορισμένες περιπτώσεις η ευθυκρισία του Ηροδότου, όχι όμως η εντιμότητά του ή η πρόθεσή του να είναι αντικειμενικός. Τελικά το έργο του, αν και δεν έχει την επιστημονικότητα του έργου μεταγενέστερων ιστορικών, όπως του Θουκυδίδη ή του Πολύβιου, δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό του «Πατέρα της Ιστορίας», που απέδωσε στον Ηρόδοτο ο Κικέρωνας (De legibus I.1).
- Αυγολούπης, Ι., & Κατσιφαράκης, Κ. (2009). ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΕ ΘΕΜΑΤΑ ΥΔΡΑΥΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΥΔΡΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΗΡΟΔΟΤΟΥ. ΥΔΡΟΤΕΧΝΙΚΑ, 18, 21-34, σελ. 3
- ※ Όταν η αλήθεια δεν μπορεί να αποδειχθεί από την εξέταση παρόντων μαρτύρων, τότε αναγκαστικά η έκδοση δίκαιης απόφασης στηρίζεται αποκλειστικά στην ευθυκρισία των δικαστών, οι οποίοι θα πρέπει ακούγοντας τα λόγια του κατηγόρου και του κατηγορουμένου, να αποφασίσουν διερευνώντας με επιμονή και καχυποψία την αλήθεια, στηριζόμενοι κυρίως σε εικασίες και λιγότερο στη σαφή γνώση της πραγματικότητας.
- Κασιδάκη Ευθυμία, Η ανθρωποκτονία στο δίκαιο της Αρχαίας Αθήνας, μέσα από τους λόγους του Αντιφώντα, μεταπτυχιακή εργασία, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Νομική Σχολή, Τμήμα Ιδιωτικού Δικαίου, Κομοτηνή, 2024, σελ. 47
- ≠ αντώνυμα: ακρισία
- ≈ συνώνυμα: ορθοκρισία
- ※ Η ευθυκρισία, ενώ αναφέρεται στην έλλογη σκέψη, την υπερβαίνει, ενσωματώνοντας στοιχεία διαίσθησης, συναισθηματικής κατανόησης και ηθικού προσανατολισμού. Η ευθυκρισία είναι ιδιαιτέρως σημαντικό γνώρισμα της καλής ηγεσίας, στο μέτρο που ο ηγέτης χειρίζεται προβλήματα υψηλής αβεβαιότητας, με μακροχρόνιες επιπτώσεις. Η αριστοτελική προοπτική προσφέρει πολύτιμα εργαλεία κατανόησης του ρόλου της ευθυκρισίας στην άσκηση της ηγεσίας.
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]- εὐθυκρισία (πολυτονικό σύστημα, πριν από την ορθογραφική μεταρρύθμιση του 1982)
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ευθυκρισία
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ ευθυκρισία, σελ.420, Τόμος Α΄ - Κουμανούδης, Στέφανος Αθ. (1900) Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της Αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων. Τόμοι: 2 (Εισαγωγή,@anemi). Εν Αθήναις: Τύποις Π. Δ. Σακελλαρίου
- ↑ ευθυκρισία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ευθυ- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)