ευρωένταξη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ευρωένταξη οι ευρωεντάξεις
      γενική της ευρωένταξης των ευρωεντάξεων
    αιτιατική την ευρωένταξη τις ευρωεντάξεις
     κλητική ευρωένταξη ευρωεντάξεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ευρωένταξη < ευρω- + ένταξη

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /e.vɾoˈen.da.ksi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ευ‐ρω‐έ‐ντα‐ξη

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ευρωένταξη θηλυκό

  • (νεολογισμός, οικονομία) η ένταξη μιας χώρας στην Ευρωζώνη
    ※  Απέναντι σ' αυτό το οπλοστάσιο, η οικόσιτη και ζαλισμένη αριστερά είτε ρίχνει το σύνθημα «μέσα στην Ευρώπη γονατισμένοι και εκλιπαρώντας γι' άλλη πορεία» είτε έχει μια γκάμα εξαντλημένων αιτημάτων, που αρχίζουν από την αντίσταση στις συνέπειες της ευρωένταξης και φτάνουν σε συνθήματα για απειθαρχίες και αντιρρησίες συνείδησης. (Θανάσης Τσιριγώτης, ΓNΩMH: Ο μύθος του μοναδικού δρόμου..., Τα Νέα, 11 Ιουνίου 2004)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr