εφαρμογή ιστού
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη εφαρμογή και ιστός, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική web application
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
εφαρμογή ιστού αρσενικό
- (λογισμικό) το λογισμικό που λαμβάνει από τον εξυπηρετητή περιεχομένου (web server) το αίτημα (request) που θέτει ο χρήστης μέσω του φυλλομετρητή (web browser) και αφού δημιουργήσει την απάντηση (response) το επιστρέφει στον εξυπηρετητή ο οποίος και το αποστέλλει στον φυλλομετρητή του χρήστη
Υπερώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εφαρμογή ιστού