εφτά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἑφτά, εφτα-

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εφτά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ἑφτά < αρχαία ελληνική ἑπτά

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /eˈfta/
 

Αριθμητικό[επεξεργασία]

εφτά και επτά

  • το απόλυτο αριθμητικό (7) που ακολουθεί το έξι και προηγείται του οχτώ
    με αραβικούς αριθμούς: 7
    με λατινικούς αριθμούς: VII
    με ελληνική αρίθμηση: η

Παράγωγα[επεξεργασία]

αριθμητικά
απόλυτο: εφτά
ψηφίο: εφτάρι
τακτικό: έβδομος
πολλαπλασιαστικό:  εφταπλός
αναλογικό: εφταπλάσιος
περιληπτικό: εφτάδα  
επίρρημα: επτάκις
πρόθημα: εφτα-
  Δείτε και το επτά  
 
χρονικά
λεπτά: εφτάλεπτο
ώρες: εφτάωρο
ημέρες: εφταήμερο
μήνες: εφτάμηνο
έτη: εφταετία
διάρκεια: εφταετής, εφταετές - εφτάχρονος, εφτάχρονη, εφτάχρονο  

Συγγενικά[επεξεργασία]

Σύνθετα[επεξεργασία]

όπως ενδεικτικά:

Μεταφράσεις[επεξεργασία]