εφταμηνίτισσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- εφταμηνίτισσα < εφταμηνίτης + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]εφταμηνίτισσα θηλυκό
- θηλυκό του εφταμηνίτης
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε εφταμηνίτης
εφταμηνίτισσα
|