εύφορη ημισέληνος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εύφορη ημισέληνος < εύφορη + ημισέληνος ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική fertile crescent)
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
εύφορη ημισέληνος θηλυκό
- περιοχή από την Μεσοποταμία ως την Αίγυπτο, που μοιάζει με ημισέληνο και στην οποία ξεκίνησε η καλλιέργεια της γης / γεωργία
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Fertile crescent στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εύφορη ημισέληνος
Πηγές[επεξεργασία]
- εύφορη ημισέληνος στην Ελληνική Ιστορία από το Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού.