Μετάβαση στο περιεχόμενο

εἴδω

Από Βικιλεξικό
αμάρτυρος τύπος
αμάρτυρος τύπος
αμάρτυρος υποθετικός τύπος, λέξη που δεν σώζεται σε κείμενα
αλλά σε σύνθετες λέξεις ή σε γραμματικούς τύπους ή σε σχόλια γραμματικών
- μπροστά από τη λέξη σημειώνεται ένας αστερίσκος -
 

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
εἴδω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *weyd- (βλέπω) (γνωρίζω)

εἴδω

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
Αποτελεί υποθετικό τύπο που εικάζεται ότι υπήρχε - δεν απαντάται στο γραπτό λόγο. Ως ενεστώτας περιέπεσε ήδη από την αρχαιότητα σε αχρηστία και αντικαταστάθηκε κυρίως από το ὁράω και το οἶδα - όταν ακόμα το εἴδω χρησιμοποιούνταν στον ενεστώτα, είχε το οἶδα ως β' παρακείμενό του. Ο αόριστος εἶδον επίσης χρησιμοποιείται ως τύπος του ὁράω. Μέση φωνή (κυρίως στην ποιητική γλώσσα), ο τύπος εἴδομαι (φαίνομαι, είμαι ορατός)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]