Μετάβαση στο περιεχόμενο

ζάρι

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ζάρι τα ζάρια
      γενική του ζαριού των ζαριών
    αιτιατική το ζάρι τα ζάρια
     κλητική ζάρι ζάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
ζάρια

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ζάρι < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ζάρι(ν) < ἀζάριν / ἀζάριον < αραβική زهر (zahr), εμπρόθετο azzahr (τα ζάρια) από συμπροφορά με το άρθρο στον πληθυντικό και ανασυλλαβισμό ta azar > tazar > ta zar[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈza.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζάρι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ζάρι ουδέτερο

Εκφράσεις

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  • ζάρι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  • Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)
  • ζάρι -  Κάτος, Γιώργος Β. (2016) Λεξικό της λαϊκής και της περιθωριακής μας γλώσσας. Θεσσαλονίκη. online στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας (ΚΕΓ,1-2)