ζίπο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζίπο < αγγλική zippo / Zippo

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζίπο ουδέτερο άκλιτο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • Zippo στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • ζίποΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)