Μετάβαση στο περιεχόμενο

ζαγάριον

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ζαγάριον < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική زغر (zağar) < προέλευσης από την παλαιά τουρκική της Ανατολίας < αβέβαιης ετυμολογίας [1]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ζαγάριον ουδέτερο

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. زغر (Ottoman Turkish) στο αγγλικό Βικιλεξικό