ζαφράν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ζαφράν < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική σαφράν (με προφορά όπως στα αραβικά) < μεσαιωνική λατινική safranum < αραβική زعفران (zaʿfarān) < περσική جعفری (ja'fari) < μαζανταρανί جفری (jaferi)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ζαφράν ουδέτερο άκλιτο
- άλλη μορφή του σαφράν
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ζαφράν
|
[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη σαφράν
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά λατινικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αραβικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα περσικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τη γλώσσα μαζανταρανί (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)