ζεγέριες

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζεγέριες < από αφρικανική λέξη

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζεγέριες (πληθ.)

  • για είδος ποντικού