ζιγκ ζαγκ
(Ανακατεύθυνση από ζιγκ-ζαγκ)
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ζιγκ ζαγκ < (άμεσο δάνειο) γαλλική zigzag που δεν έχει σχετιστεί ικανοποιητικά με τη γερμανική zickzack (δείτε τη μορφή ζικ ζακ). Πιθανόν, ηχομιμητικά, ή πιθανή σχέση της γερμναικής λέξεης με το Zacke (αιχμή).[1] Πιθανόν, και μέσω του τουρκικού zikzak.[2]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ζιγκ ζαγκ ουδέτερο άκλιτο
- γεωμετρικό μοτίβο τεθλασμένης γραμμής με διαδιοχικές γωνίες εισέχουσες και εξέχουσες (όπως ΛVΛV)
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- ζιγκζαγκωτά / ζικζακωτά (επίρρημα)
- ζιγκζαγκωτός / ζικζακωτός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ «ζιγκ ζαγκ» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
- ↑ ζικ ζακ, ζιγκ ζαγκ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)