ζούφιος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ζούφιος η ζούφια το ζούφιο
      γενική του ζούφιου της ζούφιας του ζούφιου
    αιτιατική τον ζούφιο τη ζούφια το ζούφιο
     κλητική ζούφιε ζούφια ζούφιο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ζούφιοι οι ζούφιες τα ζούφια
      γενική των ζούφιων των ζούφιων των ζούφιων
    αιτιατική τους ζούφιους τις ζούφιες τα ζούφια
     κλητική ζούφιοι ζούφιες ζούφια
Προφέρεται με συνίζηση ως παροξύτονο.
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζούφιος < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ζοφός < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική σομφός → και δείτε τη λέξη τζούφιος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈzu.fços/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζού‐φιος

Επίθετο[επεξεργασία]

ζούφιος, -α, -ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]