ζωοποιός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ζωοποιός η ζωοποιός
ζωοποιά
το ζωοποιό
      γενική του ζωοποιού της ζωοποιού
ζωοποιάς
του ζωοποιού
    αιτιατική τον ζωοποιό τη ζωοποιό
ζωοποιά
το ζωοποιό
     κλητική ζωοποιέ ζωοποιέ
ζωοποιά
ζωοποιό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ζωοποιοί οι ζωοποιοί
ζωοποιές
τα ζωοποιά
      γενική των ζωοποιών των ζωοποιών των ζωοποιών
    αιτιατική τους ζωοποιούς τις ζωοποιούς
ζωοποιές
τα ζωοποιά
     κλητική ζωοποιοί ζωοποιοί
ζωοποιές
ζωοποιά
ομάδα '-ος -ος -ο & -α', Κατηγορία όπως «φθοροποιός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζωοποιός < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ζωοποιός < (ζωή) ζωο- + -ποιώ (< ποιῶ)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /zo.o.piˈos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζω‐ο‐ποι‐ός

Επίθετο[επεξεργασία]

ζωοποιός, -ός/-ά, -ό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]