ηλεκτρομαγνητική επαγωγή

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ηλεκτρομαγνητική επαγωγή οι ηλεκτρομαγνητικές επαγωγές
      γενική της ηλεκτρομαγνητικής επαγωγής των ηλεκτρομαγνητικών επαγωγών
    αιτιατική την ηλεκτρομαγνητική επαγωγή τις ηλεκτρομαγνητικές επαγωγές
     κλητική ηλεκτρομαγνητική επαγωγή ηλεκτρομαγνητικές επαγωγές
Συνήθως στον ενικό.
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ηλεκτρομαγνητική επαγωγή < → δείτε τη λέξη  ηλεκτρομαγνητικός (από την αγγλική electromagnetic) και επαγωγή (σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική induction

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

ηλεκτρομαγνητική επαγωγή θηλυκό (συνήθως στον ενικό)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]