ηλεκτρομυογραφία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ηλεκτρομυογραφία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική electromyography.[1] Μορφολογικά αναλύεται σε ηλεκτρομυογράφ(ος) + -ία με συνθετικά ηλεκτρο- + μυο- + -γραφία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.lek.tɾo.mi.o.ɣɾaˈfi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : η‐λεκ‐τρο‐μυ‐ο‐γρα‐φί‐α
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ηλεκτρομυογραφία θηλυκό
- (ιατρική) διαγνωστική εξέταση με την οποία καταγράφεται η σωστή ή λανθασμένη λειτουργία των μυών και των νεύρων
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τις λέξεις ήλεκτρο, μυς και γράφω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ηλεκτρομυογραφία
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ ηλεκτρομυογραφία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λόγια ενδογενή δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ία (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ηλεκτρο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα μυο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -γραφία (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιατρική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)