ηπατισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ηπατισμός οι ηπατισμοί
      γενική του ηπατισμού των ηπατισμών
    αιτιατική τον ηπατισμό τους ηπατισμούς
     κλητική ηπατισμέ ηπατισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ηπατισμός < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ηπατισμός αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]