ηπατοσπληνική διόγκωση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ηπατοσπληνική διόγκωση < → δείτε τις λέξεις ήπαρ, σπλήνα και διόγκωση

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

ηπατοσπληνική διόγκωση θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]