Μετάβαση στο περιεχόμενο

θειικό οξύ

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
θειικό οξύ <  δείτε τις λέξεις θειικός και οξύ ((μεταφραστικό δάνειο) (αγγλικά) sulfuric acid)

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

θειικό οξύ ουδέτερο

  • χημική ένωση με μοριακό τύπο H2SO4. Είναι ανόργανο ισχυρό καυστικό οξύ, που προκαλεί εγκαύματα, αν πέσει στο δέρμα.

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]