θερμορυθμιστικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο θερμορυθμιστικός η θερμορυθμιστική το θερμορυθμιστικό
      γενική του θερμορυθμιστικού της θερμορυθμιστικής του θερμορυθμιστικού
    αιτιατική τον θερμορυθμιστικό τη θερμορυθμιστική το θερμορυθμιστικό
     κλητική θερμορυθμιστικέ θερμορυθμιστική θερμορυθμιστικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι θερμορυθμιστικοί οι θερμορυθμιστικές τα θερμορυθμιστικά
      γενική των θερμορυθμιστικών των θερμορυθμιστικών των θερμορυθμιστικών
    αιτιατική τους θερμορυθμιστικούς τις θερμορυθμιστικές τα θερμορυθμιστικά
     κλητική θερμορυθμιστικοί θερμορυθμιστικές θερμορυθμιστικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

θερμορυθμιστικός < θερμο- + ρυθμιστικός

Επίθετο[επεξεργασία]

θερμορυθμιστικός

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]