θεωρία πιθανοτήτων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- θεωρία πιθανοτήτων < θεωρία + πιθανοτήτων ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική probability theory)
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
θεωρία πιθανοτήτων θηλυκό
- (μαθηματικά) κλάδος των μαθηματικών που μελετά τις πιθανότητες, την πιθανότητα εμφάνισης τυχαίων συμβάντων, ώστε να προβλεφθούν οι συμπεριφορές καθορισμένων συστημάτων
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
θεωρία πιθανοτήτων