θεόκουφος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
θεόκουφος, -η, -ο
- τελείως κουφός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
θεόκουφος