Μετάβαση στο περιεχόμενο

θημωνιά

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η θημωνιά οι θημωνιές
      γενική της θημωνιάς των θημωνιών
    αιτιατική τη θημωνιά τις θημωνιές
     κλητική θημωνιά θημωνιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
θημωνιά < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή θημωνιά (με διαφορετική προφορά) < αρχαία ελληνική θημών  δείτε και τίθημι

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /θi.moˈɲa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: θημωνιά

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

θημωνιάμ -ᾶς θηλυκό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

ιδιωματικά:

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική θημωνιᾱ́ αἱ θημωνιαί
      γενική τῆς θημωνιᾶς τῶν θημωνιῶν
      δοτική τῇ θημωνι ταῖς θημωνιαῖς
    αιτιατική τὴν θημωνιᾱ́ν τὰς θημωνιᾱ́ς
     κλητική ! θημωνιᾱ́ θημωνιαί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  θημωνιᾱ́
γεν-δοτ τοῖν  θημωνιαῖν
1η κλίση, Κατηγορία 'στρατιά' όπως «στρατιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
θημωνιά (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική θημών + -ιά  δείτε και τίθημι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

θημωνιά θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]